das Wörterbuch Englisch Minus griechisch

English - ελληνικά

arrest Griechisch:

1. σύλληψη σύλληψη


Ο συναγερμός της αστυνομίας ξεκίνησε το βράδυ και τελείωσε τα ξημερώματα, με την σύλληψη του δράστη.

Griechisch Wort "arrest"(σύλληψη) tritt in Sätzen auf:

Notes 02/11/2018 (b)